Εκχερσώσεις Τσούκα-Λιτόσιλο

Εκχερσώσεις στα χωριά Φθιώτιδος Τσούκα και Λιτόσιλο.

Πριν περάσουμε στο κυρίως θέμα των αιτήσεων για  τις εκχερσώσεις. Κρίθηκε σκόπιμο  να παραθέσουμε περιληπτικά από αυτά που αποκομίσαμε από την μελέτη των διαφόρων εγγράφων των Γενικών Αρχείων του Κράτους, για το ιδιοκτησιακό καθεστώς των κτημάτων που επικρατούσε στη Φθιώτιδα, τόσο κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής κατοχής, όσο και  κατά τη διάρκεια της επανάστασης, στα χωριά του κάμπου και τα κτήματα των ορεινών ή ημιορεινών χωριών.

Κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας, όπως αναφέρεται και σε άλλο κεφάλαιο, το οθωμανικό ιδιοκτησιακό καθεστώς ήταν πολύ συγκεχυμένο και σχεδόν, από περιοχή σε περιοχή άλλαζε σημαντικά. Όλα τα γόνιμα και καλλιεργήσιμα χωράφια του κάμπου τα κατείχαν Τούρκοι πασάδες- τσιφλικάδες. Έτσι πολλοί από τους κατοίκους  του κάμπου μη αντέχοντας τον τουρκικό ζυγό παράτησαν τη γη τους και κατέφυγαν στα ορεινά, ιδρύοντας μεγάλα χωριά τα λεγόμενα κεφαλοχώρια[1]. Όσοι από τους κατοίκους παρέμειναν εκεί έγιναν κολίγοι των Τούρκων.  Σε αυτά τα ορεινά μέρη υπήρχαν μικρές μόνο  ιδιοκτησίες. Τα  χωράφια αυτά των ορεινών τα κατείχαν μικροϊδιοκτήτες, μικροκαλλιεργητές, αλλά στην ουσία ανήκαν σε Τούρκους  τσιφλικάδες της περιοχής και οι ιδιοκτήτες πλήρωναν σε αυτούς την φορολογία της δεκάτης[2] επί της παραγωγής ήτοι:

«Οι ιδιοκτήτες καλλιεργητές κάτοχοι γης επί τουρκοκρατίας πλήρωναν στον Σπαχήν την  10η  δηλαδή το 1/10 της παραγόμενης σοδειάς τους. Από δε τα των ιδίων χωρικών πρόβατα, οίτινες δηλώνουν την γην δεν λαμβάνουσι το παραμικρόν κατ αυτόν τον τρόπον εκδίδεται και φεφτάς.[.……]Ενώ δε από  τα ξένα πρόβατα μόνο εις  τα οποία επώλουν οι χωριανοί τα λειβάδια  ελάμβανε διά δικαίωμα του «Σπακλικιού του», εις κάθε  300 πρόβατα πρώτης τάξεως ένα πρόβατο, διά δε της δευτέρας τάξεως ένα ζυγούρι και της τρίτης τάξης, ένα αρνί..» Τέτοια χωριά είναι  η Π. Γιαννιτσού[3], η Τσούκα, το Ροβολιάρι, το Λυτόσυλο, το Μαυρίλο, η Κάψη  και άλλα[4]

Μετά την επικράτηση της επανάστασης, τα κτήματα προς νότο (δεξιά) «εδώθε του Σπερχειού», όπως αποκαλούνται στα έγγραφα,   των οποίων η περιοχή  απελευθερώθηκε από τους Έλληνες δια των όπλων,   θεωρήθηκαν «Εθνικές γαίες», εθνικοποιήθηκαν και δεν επιτρέπονταν  η πώληση ή  η παραχώρηση γης των περιοχών αυτών.

Ενώ για τα κτήματα, τα προς βορρά (αριστερή πλευρά) «εκείθεν του Σπερχειού» που είχαν επιδικασθεί στην Ελλάδα, με την επέκταση των συνόρων στο φρύδι της Όθρυς και με καταβολή  10 επί πλέον εκατομμυρίων γροσιών, πέραν των 30 εκατομμυρίων που είχαν καταβληθεί στην Τουρκία, ένεκα της συνθήκης της αναγνώρισης της Ελλάδας ως κράτος. Επιτρεπόταν δηλαδή στους Τούρκους ιδιοκτήτες τους να τα πουλήσουν.  Ποιος όμως να τα αγοράσει; Που να βρουν τα χιλιάδες γρόσια οι εξαθλιωμένοι άνθρωποι του μόχθου και εργάτες γης να τα αγοράσουν και να τα καλλιεργήσουν για να θρέψουν τις λιμοκτονούσες οικογένειές τους.

Τότε εμφανίστηκαν οι περί την εξουσία και οι  εκ του εξωτερικού, έμποροι και κοτζαμπάσηδες, αυτοί που δεν είχαν λάβει μέρος στον αγώνα και διατηρούσαν τις περιουσίες άθικτες, αγοράζοντας τα φιλέτα γης, πριν  η ελληνική κυβέρνηση προλάβει να κλείσει την συμφωνία αγοράς των κτημάτων με τους Οθωμανούς ιδιοκτήτες της επαρχίας  των χωριών της Φθιώτιδας, δηλαδή των ευρισκομένων στην αριστερή όχθη του Σπερχειού. Τέτοια συμβόλαια αγοράς, οθωμανικών κτημάτων, ή για αρπαγές αυτών, θα μας δοθεί η ευκαιρία να διαβάσουμε σε άλλο  κεφάλαιο της «Μικτής ελληνοοθωμανικής Επιτροπής», η οποία ιδρύθηκε για να λύση τις διαφορές μεταξύ Δημοσίου και Οθωμανών ιδιοκτητών, διότι οι Τούρκοι κατά την αποχώρηση δήλωναν αναληθή στοιχεία ως προς την κατοχή των ιδιοκτησιών τους.

Πολλοί από τους αγωνιστές του 21 σε αναγνώριση των υπηρεσιών τους προς την πατρίδα,  προικοδοτήθηκαν με  φαλαγγίτικα γραμμάτια,  των οποίων η αξία, ήταν ανάλογη με το στρατιωτικό βαθμό που τον κατέταξαν οι διάφορες  επιτροπές των στρατιωτικών. Τα γραμμάτια εξαργυρώνοντάς τα, όσοι πρόλαβαν, έπαιρναν κτήματα, ύστερα από τη συμμετοχή τους στον πλειοδοτικό διαγωνισμό. Μέτρο λογικό και δίκαιο διότι δεν ήταν λίγοι οι αγωνιστές που αποδεδειγμένα είχαν διαθέσει όλα τα υπάρχοντά τους υπέρ του αγώνα, είτε συντηρώντας τους στρατιώτες που είχαν μαζί τους με δικά τους έξοδα, είτε διέθεταν χρήματα στο στρατόπεδο της περιοχής των για αγορά τροφίμων και οπλισμό..

Μελετώντας όμως κανείς τα διάφορα έγγραφα των Γ. Α. Κ που αφορούν τους πλειστηριασμούς, πέραν του ότι γίνονταν με ασυνήθιστα βραδύ τρόπο, υπήρχαν και οι προσφυγές των επιτηδείων, κωλυσιεργώντας το έργο των πλειστηριασμών,   ενώ  οι πραγματικοί δικαιούχοι που ήταν οι αγωνιστές, δηλαδή οι  καλλιεργητές γης λιμοκτονούσαν και τελικά οι περισσότεροι αναγκάσθηκαν να πουλήσουν τα πρ. γραμμάτια  όσο, όσο για να θρέψουν τα παιδιά τους.

Υπάρχουν επιστολές απλών κατοίκων που ζητούσαν ένα κομμάτι  γης, προκειμένου να θρέψουν τις πολυμελείς οικογένειές τους. Ενώ άνθρωποι  που κατείχαν υψηλές θέσεις στην τοπική κοινωνία και μετείχαν σε θέσεις  των επιτροπών διεκδίκησαν τα κτήματα  ολόκληρων  χωριών, ότι δήθεν αγόρασαν αυτά τα κτήματα και τα «λιβάδια-βοσκοτόπια» κατά την διάρκεια της επανάστασης (δηλαδή στην ουσία τα άρπαξαν από τους Τούρκους, άγνωστο με ποιόν τρόπο) αλλά για να τεκμηριώσουν την «αλήθεια» τους δήλωναν, ότι  δήθεν έχασαν τα χοτζέτια ή τα έστειλαν στη Γραμματεία με το ταχυδρομείο και χάθηκαν, ή δεν θυμούνται πότε τα αγόρασαν. Είναι αυτοί που στη συνέχεια έγιναν κύριοι του κάμπου και χρησιμοποίησαν κάθε λογής  βία στους συμπατριώτες.

Είναι αυτοί που απασχόλησαν τις επιτροπές επί μακρόν με πληθώρα αλληλογραφίας διεκδικώντας τεράστιες εκτάσεις κτημάτων και λιβαδιών της Βαρυμπόπης, Αγά, αλλά και σε όλα σχεδόν τα γύρω  χωριά[5], το ίδιο και ο Δημ. Χατζίσκος, ο οποίος παρ’ όλο που ήταν και πρόεδρος σε κάποια από τις επιτροπές και αργότερα βουλευτής,  διεκδίκησε και πήρε μεγάλες εκτάσεις κτημάτων στον Φθιωτικό κάμπο. Πολλές  φορές ήλθε αντιμέτωπος και με τους Τσουκαλαίους διαφιλονικώντας για το τα κτήματα της Βαρυμπόπης, Σοφού, Νελη, Αγά, Θέρμα και άλλα.  

Τι και αν λιμοκτονούσαν οι οικογένειες των χωριών, Τι και αν έκαναν πολλές  προσπάθειες να αγοράσουν οι  ίδιοι τα κτήματα των προγόνων τους. Τι και αν έστελναν παρακλητικές επιστολές στον ίδιον τον Όθωνα  επικαλούμενοι «την Υψηλήν Πατρική του προστασία»  , παρ’ όλα αυτά, εις μάτην.  Τα κτήματα των χωριών: Παλιούρι, Αρχάνι, Μάκρυση, σύνολο 500 στρέμματα, κατέληξε στα χέρια του «Πρίγκηπος Ιωάννου Κωλλέττου»,   ο οποίος την εποχή εκείνη ήταν πρόξενος της Ελληνικής Κυβέρνησης στη Γαλλία και είχε την εύνοια του παλατιού. Για τα χωράφια αυτά, υπάρχει ολόκληρη η σχετική αλληλογραφία, σχετικά με την παραχώρηση των κτημάτων κοντά στα 500 στρέμματα, με τις σχετικές επιστολές-απαιτήσεις του ιδίου, ο οποίος έστελνε επιστολές για να του επιδικασθούν το συντομότερο δυνατόν, προκειμένου να τα ενοικιάσει, επικαλούμενος ότι σε αντίθετη περίπτωση, θίγονται  τα συμφέροντά του. {Πηγή: Γενικά Αρχεία του Κράτους «Εθνικά Κτήματα»  Φ. 959]

Αλλά και πολλοί οπλαρχηγοί της  Φθιώτιδας, ένεκα των εκδουλεύσεων τους  προς την πατρίδα, έλαβαν ως αμοιβή κτήματα «εκ προικοδοτήσεως».  χάρη σε αυτή την ευνοϊκή μεταχείριση και με διάφορες αγορές που έκαναν στη συνέχεια, αλλά  και με τις προσφυγές τους κατά του κράτους, με τα διάφορα έγγραφα που παρουσίασαν, κατάφεραν όλοι οι παραπάνω  αναφερόμενοι να γίνουν μεγαλοτσιφλικάδες, ελέγχοντας  το μεγαλύτερο μέρος των κτημάτων και να καταστήσουν τους πρώην κολίγους των Τούρκων στη χειρότερη   μορφή των κολίγων

Έτσι έγιναν τα μεγάλα τσιφλίκια της εκμετάλλευσης και της απάνθρωπης σκλαβιάς των εργατών γης

Ο Κ. Φλώρος (Περαστικός) στο βιβλίο του «Η Επαρχία Φθιώτιδας» σελ. 206 αναφέρει: Το κάθε τσιφλίκι είχε τη δική του ιστορία. Τα περισσότερα περιήλθαν στους Έλληνες είτε εξ αγοράς από τους Τούρκους μετά την απελευθέρωση, είτε εκ παραχωρήσεως υπό του κράτους. Οι κολίγοι κατά τους πρώτους χρόνους, ζούσαν πολύ σκληρά στα χέρια των Ελλήνων τσιφλικάδων, όχι  λιγότερο ίσως από όσο ζούσαν επί τουρκοκρατίας.

Η ζωή  τους ήταν κτηνώδης όσο τουλάχιστο κτηνώδης ήταν η συμπεριφορά των αφεντάδων απέναντί τους. Και τότε υπήρχαν οι αδικίες στα μερίσματα των προϊόντων, οι αγγαρείες, τα υποχρεωτικά δώρα οι τιμωρίες….»  

 Αντίθετα, τα ορεινά και ημιορεινά χωριά τα οποία κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω έγιναν κεφαλοχώρια από την εσωτερική μετανάστευση από ανθρώπους του κάμπου που δεν άντεξαν τον τουρκικό ζυγό, κατέφυγαν στα ορεινά και στα λαγκάδια.. Η γη αυτών των άγονων περιοχών, όπως ήταν φυσικό,  δεν παρουσίαζε κανένα ενδιαφέρον για τους πλούσιους αγοραστές, ούτε και οι διάφορες επιτροπές έδειξαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την τύχη αυτών των κτημάτων. Ενώ οι κάτοικοι τους απελπισμένοι και πεινασμένοι από την εγκατάλειψη της πολιτείας και με τη βραδύτητα που προχωρούσε η διανομή γης, αναγκάστηκαν να ζητήσουν να τους παραχωρηθεί η γη των προγόνων τους που είχε χερσωθεί, ή ακόμη να τους παραχωρηθεί γη προς εκχέρσωση. Προσπαθούσαν με αυτόν τον τρόπο να επεκτείνουν τις άγονες ιδιοκτησίες τους.

     Δηλαδή ζητούσαν να εφαρμοσθεί η διάταξη  της 15/Νοέμβρη 1821 της Διοίκησης χέρσου Ελλάδας, που απαγορεύει κάθε μεταβίβαση γης, ενώ  «Μόνο  (με το άρθρο ιθ ) επιτρέπεται  «εις την Επαρχίαν να χαρίσει γην εις Έλληνες  είτε δια αμοιβήν μεγάλων εκδουλεύσεων είτε επί συμφωνία εκχερσώσεως».(Δική μας η υπογράμμιση)

 

                           Αιτήσεις για  Εκχερσώσεις

Έχουν ήδη περάσει κοντά 15 χρόνια από την ίδρυση του ελληνικού κράτους. Οι κάτοικοι των ορεινών και άγονων περιοχών  σε απόγνωση, μη μπορώντας αν θρέψουν τις οικογένειές τους, με βάση την έρευνά μας μέσα από τα Γενικά Αρχεία του Κράτους, κεφάλαιο «Εθνικά κτήματα», αναγκάζονται να ζητήσουν δάση ή προγονικά κτήματά τους προς εκχέρσωση. Τέτοια χωριά σύμφωνα με την μέχρι τώρα ερευνά μας  είναι,: Δαμάστα, Τσούκα, Λυτόσυλο, Κούκιά, Γαύρος, Γαρδίκι,  χωριά Ευρυτανίας, Γιαννιτσού[10]  και άλλα. Για την Γιαννιτσού δεν βρέθηκε σχετική αλληλογραφία- έγγραφα για την τύχη των  κτημάτων της[11].

Οι αιτήσεις  των παραπάνω αναφερομένων χωριών, αλλά και μεμονωμένων κατοίκων, μιλούν για  εκχερσώσεις δασών ή χερσωμένων ιδιωτικών κτημάτων. Ειδικότερα οι φάκελοι: 963, 964, 980 και 981, Γ. Α. Κ,«Εθνικά Κτήματα», μας παρέχουν πλούσια αλληλογραφία-αιτήσεις για  τις εκχερσώσεις των παραπάνω αναφερομένων και άλλων χωριών της Φθιώτιδας.  Η σχετική αλληλογραφία  διεξάγεται μεταξύ Υπουργείου Οικονομικών, των οικονομικών εφόρων Φθιώτιδος, το Δασονομείο της Υπάτης, τους Δασάρχες, τους διοικητές και τους   κατοίκους των διαφόρων χωριών.[12]Οι κάτοικοι αυτών χωριών, ζητάνε να εκχερσώσουν διάφορα δάση χαμηλής βλάστησης ή ιδιοκτησίες των προγόνων τους.  Τα κτήματα αυτά όπως διατείνονται οι ίδιοι στις επιστολές τους, έγιναν δάση κατά τη διάρκεια της επανάστασης ή ακόμη και κατά τη διάρκεια της ληστείας, μη διακινδυνεύοντας τη ζωή τους τα εγκατέλειψαν.

                      Τσούκα

Οι κάτοικοι της Τσούκας στις  15 Μαρτίου 1858  με ομαδική επιστολή τους προς το Υπουργείο, την υπογράφουν 59 άτομα, ζητάνε να εκχερσώσουν  δάσος στις θέσεις-τοπωνύμια: Αρκουδόπετρα, Καστρί, Τζαγκάρη το Ίσιωμα και Μεσοβούνια. Στην επιστολή τους ισχυρίζονται ότι αυτά ήταν πριν ιδιοκτησίες των πατέρων τους και ένεκα της ληστείας που πλήττει το χωριό τους εγκαταλείφθηκαν και με την πάροδο του χρόνου χερσώθηκαν.

Το υπουργείο απευθύνει ερώτημα στο δασαρχείο Υπάτης και ο δασονόμος Βάρφης, στέλνει  την έκθεση του προς το Δασαρχείο.   Το Υπουργείο ειδοποιεί τον Οικονομικό έφορο να ενεργήσει ανάλογα[13].

Από την αλληλογραφία που αφορά τις εκχερσώσεις η πλειονότητα των απαντήσεων,  είναι αρνητική  στις αιτήσεις των χωριών ή και των μεμονωμένων κατοίκων. Η ιδιομορφία όμως που παρουσιάζουν ορισμένες περιοχές του τόπου μας, όπως είναι ο «Κούμαρος» και αλλού με πολλά ξέφωτα μέσα στα δάση δεν  αποκλείεται, οι κάτοικοι κρίνοντας τη διαχρονική ραθυμία και  αδιαφορία της κεντρικής και τοπικής διοίκησης, απελπισμένοι,  να πήραν τις τύχες των οικογενειών τους στα χέρια τους και να έκαναν τις αναμενόμενες εκχερσώσεις. Ενώ δεν ήταν λίγοι οι αγωνιστές αυτών των περιοχών, που έδωσαν τα πάντα για τον αγώνα προς την πατρίδα, είχαν αφεθεί στο έλεος του Θεού.

Αρχειακά έγγραφα

Αίτηση του Α. Παπαγεωργίου από Τσούκα προς το Υπουργείο

(25λεπτά )         Προς το Σεβαστόν Υπουργείον

                        των Οικονομικών.

Τσούκα του Δήμου Μακρακώμης

της Φθιώτιδας τη 9 Ιανουαρίου 1858

                  Ο υποφαινόμενος είμαι κάτοικος του χωρίου Τσούκας, κειμένου επί της οροθετικής γραμμής, ως τοιούτως, έχων ακίνητον ιδιοκτησίαν εντός της περιφερείας αυτού, έχω αυτήν εις τας θέσεις Φτερόλακα, αρκουδόπετρα, και Κουλούρια, τρία τεμάχια γης, τα οποία μη καλλιεργηθέν τα προ ετών ένεκα των ( Δυσαν. Λέξης) ανωμαλιών και της επαράτου ληστείας, αποχερσώθησαν κατά μέγα μέρος, και επειδή έχω απόλυτον ανάγκην να τα καλλιεργήσω και προς τον αυτόν σκοπόν απαιτείται προηγουμένως , να εκχερσωθώσιν, και ούτω να κατασταθώσιν χρήσιμοι, ως το παλαιόν, και απειδή δια να εκχερσωθώσι καλώς απαιτείται να εκ κοπώσιν όχι μόνον τα εν αυτά τα τεμάχια υπαρχόντων χαμοκλάδων, αλλά και τινές κορμοί, οίτινες ανεπτύχθησαν, εκ ταύτης της πολυκαιρίας, (χωρίς  τινά βλάβην του Δημοσίου), διότι εισίν όλως άχρηστοι διά ξυλίαν, διά ταύτα προστρέχω προς υμάς Σεβαστέ Υπουργέ, και παρακαλώ, ίνα ευαρεστηθείτε ,να διατάξητε να μου χορηγηθή η ανήκουσα άδεια εκχέρσωσις των μνησθέντων τεμαχίων. πιστεύω μετά πεποιθήσεως  θέλυ εισακουσθή ενώπιον Σεβ. Υπουργέ και υποσημειούμαι ευσεβάστως.-

                 Ο ευπειθέστατος πολίτης 

             Αναγνώστης  Παπαγεωργίου

                 *

Πανομοιότυπη και με την ίδια ημερομηνία είναι και η αίτηση του Σακελλαρίου Καρανίκα από την Τσούκα για τον οποίον ο Δήμαρχος Μακρακώμης τον αναφέρει στην παρακάτω απαντητική επιστολή προς τον Οικονομικό έφορο Φθιώτιδος, και του οποίου τα κτήματα του βρίσκονται στην περιφέρεια Τσούκας,  στις θέσεις:Τζιμάκια, Φτερόλακα και Λειβαδιότη.

                      *

Στην αριστερή πλευρά της  παραπάνω αιτήσεως το Υπουργείο σημειώνει:  Διευθύνετεν προς τον Οκονομικόν έφορο Φθιώτιδος προσκαλούμενον να διατάξη τον αναφερόμενον  να προσαγάγη τους τίτλους και απευθύνη προς το Υπουργείον, επί τη επιστροφή.

Αθήναις τη  28 Ιανουαρίου 1858

          Ο Υπουργός

                     *

Αρ. Πρωτ.3190

                   ΒΑΣΙΛΕΙΟΝ ΤΗΣ  ΕΛΛΑΔΟΣ

 Εν Αθήναις τη 28 Ιανουαρίου 1858

           ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Επί τη αναφορά του Αναγνώστη Παπαγεωργίου

από 9 Ιανουαρίου 1858

Περί εκχερσώσεως αγρών

Διευθύνεται προς τον Οικονομικόν έφορον Φθιώτιδος προσκαλούμενον να διατάξη τον αναφερόμενον να προσαγάγη το τίτλον του, και υποβάλη αυτόν προς το Υπουργείον επί επιστροφή.

                       Ο Υπουργός

Στις 5  Φεβρουαρίου του 1958 ο Υπουργός επί των Οικονομικών, διευθύνει προς τον οικ.  έφορο  Φθιώτιδος ένα πανομοιότυπο έγγραφο σχετικού περιεχομένου με το παραπάνω  και για την αίτηση  του Σακ. Καρανίνα από Τσούκα.

 Στη συνέχεια ο οικονομικώς   έφορος Φθιώτιδος,  στις 3 Φεβρουαρίου 1858  στέλνει τις παραπάνω αιτήσεις, προς το Δήμαρχο Μακρακώμης να γνωματεύσει.

Ο Δήμαρχος    αποφαίνεται:

Αριθ πρωτ. 122. 161  

Διεκ. 131

Εν Βαρυμπόπη την 26 Φεβρουαρίου 1858                           

                                Προς

                        Τον κ. Οικονομικόν έφορον Φθιώτιδο

                           Ελ. την 28 ιδίου/αρ. Πρωτ. 410

Επιστρέφοντες τα υπαρίθ. 191 και 251 επισημειώσεις σας, πληροφορούμεν υμάς, ότι παρουσιασθέντες ενώπιον σας οι Αναγνώστης Παπαγεωργίου και Σακελλάριος Καρανίκας εκ του χωρίου Τσούκας του οποίου προϊστάμεθα Δήμο, μας ανέφεραν ότι το χωρίον Τσούκα υπαγόμενον εις την κατηγαρίαν των κεφαλοχωρίων δεν έχει τίτλους ιδιοκτησίας και μόνον οι από της ελεύσεως του Βασιλέως αποκτήσανρες ιδιοκτησίας έχουσι τοιούτους, ότι προ αμνημονεύτων χρόνων, ουδείς διετάραξεν την κατοχήν και κυριότητα αυτών εφ’ όλων των καλλιεργησίμων και μη γαιών της περιφερείας του χωρίου τούτου, και η επανάστασης διέκοψε τας καλλιεργείας των περί ων πρόκειται αγρών, την περί εκχερσώσεως άδειαν των απήτησαν παρά του επί των Οικονομικών Β. Υπουργείου.

Τας πληροφορίας των ειρημένων επιβεβαιούντες και ημείς διά του επισημοτέρου τρόπου, παρακαλούμεν ίνα επιτραπή αυτοίς να εκχερσώσωσι τας χερσωθείσας ένεκα ανεξαρτήτων της θελήσεως των περιστατικών γαίας των.

            Ο Δήμαρχος Μακρακώμης

             Γ.Α. Τσουκαλάς

                 *

 Κατά τον Μάρτιο του 1858, οι  κάτοικοι Τσούκας στέλνουν ομαδική αίτηση για εκχέρσωση ήτοι

Τσούκα τη 15 Μαρτίου 1858              Προς

                             Υπουργείο των Οικονομικών

   Οι υποφαινόμενοι κάτοικοι του χωρίου Τσούκαςτου Δήμου Μακρακώμης της Φθιώτιδος, συν της άλλης ιδιοκτησίας, την οποίαν έχομεν ανέκαθεν, έχομεν διάφορα τεμάχια. και εις τας θέσεις, Αρκουδόπετρα, Καστρί, και τζαγκάρη το ίσιωμα,  και Μεσοβούνια, τα οποία, ως εκ της επιπολλαζούσης την παρελθούσα επαράτου ληστείας, ήτις κατεμάστιζεν τον τόπον αυτόν και ιδίως το χωρίον μας, κείμενον επί της μεθορίου γραμμής, αφήσαντες, ακαλλιέργητα, αποχερσώθησαν, επιθυμούντες δε ήδη, και έχοντες μάλιστα απόλυτον ανάγκην να τα καλλιεργήσομεν, προς διατήρησιν τας οικογενείας μας, θα ευρεθώμεν εις την ανάγκην να τα εκκαθορήσομεν, από τα εντός  αυτών, ή κα πέριξ, αναβλαστήσαντα χμόκλαδα, και λοιπά, και εκ της πολυχρονίου αποχερσώσεώς των, καταφεύγομεν  προς υμάς απευθείας Σ. Υπουργέ και σας παρακαλούμεν θερμώς ίνα ευαρεστηθείτε, και διατάξητε ώστε να μας χορηγηθή αρμοδίως η ανήκουσα άδεια εκχερσώσεως.

       Πιστεύομεν μετά πεποιθήσεως, ότι θέλομεν τύχη της ανηκούσης δικαιοσύνης , και τοσούτο μάλλον, καθόσον το Δημόσιον κατά τίποτα δεν ζημειούται.

      Τίτλους ιδιοκτησίας υστερούμεθα Σ. Υπουργέ, διότι το χωρίον μας ον ιδιόκτητον προ αμνημονεύτων χρόνων, ματαβιβάσθησαν τα επ’ αυτού δικαιώματά μας εις έκαστον , κατά κληρονομίαν και τούτο ένεκα, ουδείς εκ των γονέων ημών ετήρησεν τοιούτους, ουδέ και ημείς έχωμεν, να καθυποβάλλομεν υπ’ όψιν σας, εν πάσι  δε  αμφιβολία όπερ δεν επείσαμεν, τους λόγους μας δύνανται να υποστηρίξουσιν επ’ αυτών οι κάτοικοι της πρότερον  επαρχίας Πατρατζικίου και ήδη Υπάτης.

     Υποσημειούμεθα ευσευάστως

       οι  ευπειθέστατοι

Σακελλάρης Καρανίκας

Αναγνώστης Παπαγεωργίου
Αθ. Κ Ζαφείρης

Δημήτριος Κιολέκας

Αναγνωστ. Ζαφείρης

Ιωάννης Χατζόπουλος

Ιωάννη; Τζακατούρας

Ιω Κωτζοκώστας

Γ. Αργύρης

Νικόλαος (δυσανάγνωστο)

Ευσήμου

Δήμος Χριστοδούλου

Ιω. Παπαγρηγορίου

Ιω. Σταυρόπουλος

Αναγνώστης Λάμπρου

Γ. Ψυχογιός

Δημήτριος Κοζατζάνης;;

Αναγν.Κ.Παρσόπουλος

Δημήτριος Κριοτζοβας

Κώστας Αναγνώστου

Νικολαος Καλογερόπουλος

Δημ. Καραγιαννόπουλος

Δ. Ευθυμίου

Χρήστος Πολύμερος

Νικολ. Καραπατής

Ιω. Ζορμπάς

Γωργ. Αντωνίου

Ιω. Καραγιάννης

Κωστής Ζαφείρης

Κώστ. Φασιάνης[14] Αγραμ.(Αγράμματος)Κατ΄αίτησιν Γρηγ

Κώστ. Σκούρας αγράμ.κατ’ αίτησιν  Γρηγορίου Κόλια

Κωστής Παπαγρηγορίου αγράμ. Ιω Σταυρόπουλος

Ιω Λουκάς αγράμματος κατ’ αίτησιν Γεωργ. (   )

Γρηγ. Κουδόπουλος αγράμ. κατ’ αίτησιν Γρηγ, Κολώνιας

Γιορ. Λιασκόνης αγραμ.κατ’ αίτησιν Ιω Ζαφείρης

Ανδρέας Σίμου αγραμ, καταίτησιν Γρηγ, Κολώνιας

Γρηγόριος Κουτζικώστας αγράμ. Γιοργος Τζοβας;;

Δ. Κουζούλος αγραμ. Ιωάννης Σταυρπουλος

Νικόλαος Χαμουχούας αγράμ. Γρηγ, Κολώνιας

Κώστας Κουλουβελόνης αγραμ. κατ’ αίτησιν Γρηγ, Κολώνιας

Ιω. Μπρούζας; αγράμ. κατ’ αίτησιν Ιω Ζαφείρης

Κώστας Κυρίτζης αγράμ. κατ’ αίτησιν Γρηγ, Κολώνιας

Αθαν.Γ Δημητρόπουλος αγράμ. κατ’ αίτησιν Γρηγ, Κολώνιας

Ιω Παχής αγράμ. κατ’ αίτησιν Ιωάννης Σταυρόπουλος

Αθαν Παρούσης αγράμ. κατ’ αίτησιν Γρηγ, Κολώνιας.

Κώστας Κουλουπίτας αγρ. κατ’ αίτησιν Γρηγ, Κολώνιας

Κώστας Κουτζουκώστας  αγρ. κατ’ αίτησιν Γρηγ, Κολώνιας

Δημ. Τζημάκης αγράμ. κατ’ αίτησιν Γρηγ, Κολώνιας

Δημ.Τριανταφύλου αγρ. κατ’ αίτησιν Γιορ. Ζαφείρης

(     ) Θεοχάρης αγράμ. κατ’ αίτησιν Γιορ. Ζαφείρης

Ιωάννης Μήτζου αγράμ. κατ’ αίτησιν Γρηγ, Κολώνιας

Δανιήλ Δήμου αγράμ. κατ’ αίτησιν Γρηγ, Κολώνιας

Ιωάν. Σκουρδάς αγράμ. κατ’ αίτησιν Γρηγ, Κολώνιας

Δ. Ζαφείρης αγράμ. κατ΄αίτησιν Παπασταύρου

Δημ. Μπέζης αγραμ. κατ’ αίτησιν Γρηγ, Κολώνιας

Κώστας Μπρούζης αγράμ. κατ’ αίτησιν Γρηγ, Κολώνιας

Νικόλ.Πανόπουλος αγράμ. κατ’ αίτησιν Γρηγ, Κολώνιας

Κώστας Τζούμος Αγράμ. κατ’ αίτησιν Γρηγ, Κολώνιας

           *

Το υπουργείο με την 20356/1217/9 Μαΐου 1856

Επί του ιδίου παραπάνου εγγράφου σημειώνει:

«Ο Νομάρχης Φθιώτιδος και Φωκίδος και ο οικονομικός

έφορος Φθιώτιδος προσκαλούνται να χορηγήσουσι βάσιμους

πληροφορίας με την επιστροφήν του παρόντος

Αθήνα  Μαΐου 1858»

 Ο Υπουργός  υπογραφή δυσανάγνωστη΄

       *

Ο Νομάρχης επί του ιδίου εγγράφου-αίτηση  των κατοίκων σημειώνει:

 Ελήφθη την 12 Μαϊου 1858/Αρ. πρ.324 διευθύνει προς το Δασονομείο Υπάτης. 

Ο Δασάρχης Βάρφης, με την υπό αριθμό 156/18 Μαΐου 1858, επί της αιτήσεως των κατοίκων Τσούκας, σημειώνει  προς τον Δασονόμο Υπάτης:

Ελ. 24/ Μαϊου 1858/ αριθ. 156

 Διευθύνεται, επί επιστροφή, προς  τον Β. Δασονόμον Υπάτης, προσκαλούμενον  ίνα μεταβή επιτοπίως εις τας προς εκπλήρωσιν ονομαζομένας, παρά των κατοίκων Τσούκας Δασικάς θέσεις, και μας υποβάλλη τας ζητουμένας από τους  κ. κ. Νομάρχην και τον Οικονομικόν έφορον Φθιώτιδος πληροφορίας,  και προσέτι να μας αναφέρει, την έκτασιν ως έγγιστα των εν λόγω Δασικών θέσεων, το είδος, το μέγεθος και την χρησιμότητα των εν αυταίς δένδρα, ή αι θέσεις αυταί συνέχονται ή αφίστανται αλλήλων και πόσον, και αν είναι δύσβατος ή ομαλός, ώστε να μεταφέρηται  ξυλεία ευχερώς αλλαχού. Θέλετε δε μας αναφέρει ακόμη αν υπάρχουν ύδατα άφθονα και διαρκή,  κατά τας θέσεις ταύτας.

Εν Λαμία 18 Μαϊου 1858

Ο Δασάρχης.

Οι κάτοικοι Τσούκα στις 25 Ιανουαρίου 1859  με μια πανομοιότυπη αίτηση επανέρχονται προς το Υπουργείο των οικονομικών

Το δε Υπουργείο των Οικονομικών όπως και με την προηγούμενη αίτηση των κατοίκων Τσούκας διαβιβάζει την αίτησή  τους προς: ήτοι:

  Ελήφθη 7 Φεβρουαρίου 1859 /7209 τμήμα Αον

Διευθύνεται προς τον Νομάρχην  Φθιώτιδος και Φωκίδος και τον Οικονομικόν έφορον Φθιώτιδος επί ταχεία επιστροφή προσκαλούμενους να χορηγήσωσιν εις το Υπουργείον πληροφορίας βασίμους και λεπτομερής

Εν Αθήναις 25 Φεβρουαρίου 1859

Κατ’ εντολήν του Υπουργού

Ο Γενικός Γραμματεύς

 

Χωριό Λυτόσιλο

32963 Διαταγής του

Εν Λαμία τη 17 8βρίου1858             τμήμα Αον

                                         Περί εκχερσώσεως αγρών εν τη περιφερεία του          

                                        χωρίου Λυτόσιλου.

Οι αγροί των αναφερομένων κείμενοι εντός δάσους Εθνικού, και  τούτου υπό του Δημοσίου αναγνωρισμένου απεκατστάθησαν δασώδεις και σχηματίζουσι συνέχειαν δάσους  ως εκτίθενται εν τη υποβαλομέν η έκθεσιν υπ’ αριθ 157 του Δασονόμου Υπάτης και την επί ταύτης σημείωσιν του κ. Δασάρχου. εναπόκειται ουν εις το Σεβ. Υπουργείον όπως αποφανθή επί της εκχερσώσεως των εν λόγω αγρών αιτήσεως των κατοίκων Λυτοσίλου ήν επιστρέφω

                Ευπειθέστατος

Ο οικον. έφορος Φθιώτιδος

 

Το υπουργείο στο έγγραφο του οικονομικού εφόρου

20 8βρίου 1858

Αριθ. 56180

       Δασάρχην και έφορον Φθιώτιδος

Εις τους κατοίκους του χωρίου Λυτόσιλου, θέλετε κοινοποιήση εις απάντησιν της προς το Υπουργείον αναφοράρας των από 18 του μηνός ότι δεν πρόκειται περί εκχερσώσεως αγρών ως διατείνονται, αλλά περί εκχερσώσεως Δάσους αναγνωρισμένον ευκόλως ως Εθνικού, εις  ότι επομένως λένε εις  τας αξιώσεις αυτών, επί ιδιοκτήτων δήθεν αγρών αναγνωρίζομεν, καθόσον εντός των δασών της περιφερείας των δεν υπάρχουσιν,( έγγραφο κατεστραμμένο)

         *

Το Δασονομείο προς Δασάρχη απαντά ως εξήςι:

Αριθ 157/ Δ 129

Υπάτη τη 7   7βρίου 1858

Ελ. τη 10 7βρίου 1858

Αριθ πρωτ. 560                Προς

                    Τον Κύριον Δασάρχην Φθιώτιδος.

Επιστρέφων την υπ’ αριθ. 441επισημειωτικήν διαταγήν σας  απαντώ ότι προ ημερών μετέβην εις τας παρά των αναφερομένων κατοίκων του Λυτσίλου ονομαζομένας θέσεις παρετήρησα ότι καθ’ όλας αυτάς ευάριθμοι τινές υπήρχον προ πολλών ετών αγροί οίτινες  όμως αποχερσωθέντες σχηματίζουν ήδη δάδος  συνεχόμενον του λοιπού δάσους και εμπεριέχουν δένδρα άγρια αλλά χρήσιμα δι’ οικοδομήν, αι θέσεις αυταί συνέχονται αλλήλοις και προϊόντος του χρόνου, αν δοθεί του αναφερομένους η άδεια θα σχηματίσωσιν μιαν συνεχόμενην έκτασιν, ο τόπος είναι μεν ανώμαλος, ουχί όμως και δύσβατος, η δε μεταφορά αυτών εις Μακρυνά μέρη επί του παρόντος μεν, είναι δύσκολος, αλλά αν οι οδοί βελτιωθώσιν δύναται η ξυλία αύτη να μεταφερθη αλαχόθε ουχίτον δε και με ολίγον κόπον,  Ύδατα διαρρέουν εις τας θέσεις ταύτας χρήσιμα δι’ ανέγερσιν υδροπρίονα,  δεν υπάρχουσιν αλλού έλατα, υπάρχουσιν αυτόθε (δυσαν. λέξης),  τέλος ότι η στρεμματική έκτασις των εν λόγω θέσεων, μ’ όλον ότι μοι είναι δύσκολον να γνωμοδοτήσω, διότι διαφεύγει τας γνώσεις μου, μ’ όλα ταύτα φρονώ ότι ανεβαίνει εις 2-3 χιλιάδες στρέμματα. Το σύνολον του δάσους τούτου υπήρχαν έκτοτε, εκ παραπάντων των κατοίκων του χωρίου λυτόσιλου επληροφορήθην  ιδιόκτητον

                        Ο     Ευπειθέστατος

             Δασονόμος Υπάτης

Στις 8 Οκτωβ. 1858 Ο Δασάρχης φθιώτιδος απαντά:

Αριθ. 3717/11( ιδίου μηνός)

Διυθύνεται προς τον κύριον έφορον Φθιώτιδος  εις απάντησιν της υπαρίθ.2175, και από  (δυσανάγνωστη λέξη ) ε.ε. επισημειωτικής του, είτε και επιστρέφεται εγκλείστων

Εν Λαμία 8 Οκτωβρίου 1858

                *

Στις 10 Οκτωβρίου 1858

Ο Οικον. έφορος φθιώτιδος  προς

Αριθμ. 652/ 15 Οκτωβρίου 1858

Επιστρέφεται εις τον Δασάρχην Φθιωτιδοφωκίδος προσκαλούμενον να συμπληρώση τας πληροφορίας του Δασονόμου και πληροφόρηση την εφορίαν εάν το συνεχόμενον ( δυσανάγνωστη λέξη) οι αγροί οι αποκατασταθέντες  εις Δάσος είναι καταγεγραμμένοι εις τα Εθνικά και η επί αυτών υλοτομία γίναται ως επί Εθνικών ή επί ιδιοκτήτων (δυσανάγνωστη λέξη ) η πληροφορία του Κου (δυσανάγνωστη λέξη ) ότι από των  κατοίκων Λυτόσιλου το   (  ) θεωρείται ιδιόκτητων αυτών                                    ης οφείλομεν να μάθομεν τα περί της ιδιότητος τούτου

    Υπογραφή

Ο οικον. έφορος

Σε απάντηση  ο Δασάρχης Φθιώτιδος αναφέρει

652/15/Οκτ

Επιστρέφεται προς τον ίδιον Κύριον έφορον Φθιώτιδος με την πληροφορίαν ότι, το τότε Δάσος το ανέκαθεν και το σχηματισθέν επί του πάλαι ποτέ εντός αυτού αγρών των κατοίκων Λυτόσιλου αμφότερα εν συνεχόμενον ήδη Δάσος αποτελειται,  είναι Εθνικόν, και  αι επί Εθνικού υλοτομία επιτρέπεται και ο φόρος υπολογίζεται και εισπράττεται, και ουδέποτε το Δημόσιον ανεγνώρισεν αυτό ή μέρος αυτού ιδιόκτητον, και κατά το σύνηθες, οι κάτοικοι αξιούσι

         Εν  Λαμία τη 15 Οκτ 1858

           Ο Δασάρχης Υπάτης

Πηγή: Γ. Α. Κ – Κεντρική Υπηρεσία  “Εθνικά Κτήματα” Φ. 956,

 1 «Αν λάβει κανείς υπ’ όψιν τις καταθέσεις των κατοίκων από τα Στύρφακα, τα κεφαλοχώρια είναι τα ορεινά χωριά και αναφέρει επτά από τα δεκαεπτά στην περιοχή της Φθιώτιδας»  Καταθέσειςχωρικών για το κτήμα Μποξαής

  1. Τριαντάφυλλος Καπίκας από το Δερβέν Φούρκα κάτοικος Στύρφακα: «……αυτό το οποίο γνωρίζω ότι είναι ιδοκτησία του Νουμεναγά, και μετά τον θάνατον αυτού έμεινεν εις τους υιούς του, Αχμέταγάν και Σελήμπεϊ , από τους οποίους το επήρεν ο Αλή πασσάς και αυτός το εξουσίαζεν έως ότου έζην και αφού ο Αλή πασσάς εχάθη έγινεν Ιμπλιακά και τα εξουσίαζεν η Πόρτα, ότι ο Αλή πασσάς είχε πάρει και τα χωρία Μπρούφλιανη, Καμπιά, Λυτόσιλο, Σκόρλια, Λεύκα (Λευκάδα), Ζημιανή, Κλωνί, και άλλα πολλά έως δέκαεπτά χωρία της επαρχίας Φθιώτιδος, τα οποία χωρία τα εξουσίαζεν έως το 1819. ότε ήλθεν εδώ ο Μπουμπά πασσάς και τότε ο Δημάκης Χαντζής επροσκάλεσε τους Γέροντας των χωρίων τούτων και τους είπεν ότι τώρα είναι καιρός να κάμετε Χαρτοσγάλια εις το πασσάν να ξεσκλαβώσετε τα χωριά σας όπου σας επήρε ο Αλή πασσάς, και τότε έμεινεν εις τη Υπάτην και είδον να κάμη ο ίδιος Δημάκης Χαντζής και εστήθη μεσίτης ο ίδιος και εξεσκλάβωσαν τα χωριά, και τα οποία μέχρι σήμερον κατέχουν τα χωργιά ως ιδιοκτησίαν των οι χωριανοί, ώστε εάν και ο Δημάκης Χαντζής είχε δικαίωμα εις το λειβάδι Μποξάϊς[6], ημπορούσεν αφού εξασκλάβωσε και τ’ άλλα χωριά να ξεσκλάβωνε και το ειδικό του, αλλά δεν είχε κανέν δικαίωμα ιδιοκτησίας και δι’ αυτό δεν εζήτησε».
  2. … «Μετά την εξέτασιν του ανωτέρω μάρτυρος προσήλθε ο μάρτυς ονομαζόμενος Αποστόλης Τσαγανός γεννηθείς εις Δερβέν Φούρκα και κατοικεί ενταύθα ετών εβδομήκοντα, γεωργός και χριστιανός ορθόδοξος, τον Δημάκη Χαντζή έγνώριζεν, τους δε κληρονόμους  του δεν γνωρίζει, εξετασθείς δε επί του θέματος της υπ’ αριθ. 10679 ε. ε.  αποφάσεως του εν Αθήναις εφετών, κατέθεσεν ότι εγώ ήμουν υπηρέτης εις τον Δημάκην Χαντζήν εις Υπάτην, όταν ο Μπουμπά Πασσάς επήγαινε εις πολιορκίαν του Αλή Πασσά και όταν ο Μπουμπά πασσάς έφθασεν εις Ναύπακτον, επαρουσίασεν σύστασιν εις Δημάκην Χαντζήν, όστις ήτο Βελαετλής τότε οι κάτοικοι των δεκαεπτά χωρίων της Φθιώτιδος τα οποία ο Αλή πασσάς άρπαξε δια της βίας από τους κατοίκους και τους έκαμεν (αργοχολους;) παραποιετικους;[7] εις τον Μπουμπα πασσάν εις τον οποίον έστειλαν τα ταπία και τα Χουντζέτια, ο πασσάς τα άφησεν εις τους κατοίκους ιδιοκτήτας αυτών και μένουσιν έως σήμερον κεφαλοχώρια, τότε επερακάλεσα  και εγώ μ’ άλλους  συγχωριανούς μου Καλαμιώτας τον Δημάκη Χαντζή, δια να ενεργήση καθ’ όσον ήτον εις το χέρι του δια να ελευθερώση  και το χωρίον μας Καλαμάκι[8] δια να μείνη εις τους κατοίκους,  και ο Δημάκης Χαντζής μας είπεν τότε ότι τούτο δεν δύναται να γίνη διότι ο Αλή πασσάς το είχεν αγορασμένον από τον Χαλήλμπεην δεκατρία πουγγιά άσπρα με χουντζέτι, τότε ημείς είπαμε εις τον Δημάκη Χαντζή διατί οι κάτοικοι των χωρίων Τσούκας, Μπρούφλιανης, Σκόρλια, Λιτόσελου, Γαρδίκι, Κλωνί, και λοιπών είπες  ότι θα λάβουν οπίσω τα χωρία των δεν δικαιούμεθα; Ο δε Δημάκης Χαντζής μας είπεν ότι δια τα χωριά αυτά δεν έχει ο Αλή πασσάς χουντζέτια, ως έχει διά το χωριόν σας και τότε από τον ίδιον Δημάκην Χαντζήν ήκουσα ότι δεν ημπορούσε ν’αγοράση κανείς χωρίς χουντζέτι κατά τον Τουρκικόν Νόμον ο οποίος ίσχυε διά την Φθιώτιδα[9], και αν ο Δημάκης Χαντζής είχεν δικαίωμα κυριότητας  εις το λειβάδι, Μποξαΐς, ήτον εις το χέρι του να το λάβη, εγώ όμως δεν γνωρίζω μηδέ άκουσα ποτέ ότι το ειρημένο λειβάδιον ήτο του Δημάκη χαντζή και μήτε αυτός μήτε άλλος εν ονόματι αυτού επάτησεν εντός του λειβαδίου αυτού,….»

[2]-10η: (Φόρος καταβαλλόμενος σε αναλογία 10% επί του παραγομένου εισοδήματος των αγροτικών προϊόντων. Εφαρμόστηκε πρώτον από το Πεισίστρατο στην αρχαιότητα και συνεχίστηκε στη βυζαντινή περίοδο, την τουρκοκρατία και σε μεγάλη  περίοδο μετά την ανεξαρτησία στην Ελλάδα και καταργήθηκε το 1927)

[3]  Ο Πουκεβίλ στο Βιβλίο του, «Ταξίδι στην Ελλάδα»  σε μια απογραφή την αναφέρει ως Γιαννούτσι, με 300 σπίτια

[4] 2. … «Μετά την εξέτασιν του ανωτέρω μάρτυρος προσήλθε ο μάρτυς ονομαζόμενος Αποστόλης Τσαγανός γεννηθείς εις Δερβέν Φούρκα και κατοικεί  ενταύθα ετών εβδομήκοντα, γεωργός και χριστιανός ορθόδοξος, τον Δημάκη Χαντζή έγνώριζεν, τους δε κληρονόμους  του δεν γνωρίζει, εξετασθείς δε επί του θέματος της υπ’ αριθ. 10679 ε. ε.  αποφάσεως του εν Αθήναις εφετών, κατέθεσεν ότι εγώ ήμουν υπηρέτης εις τον Δημάκην Χαντζήν εις Υπάτην, όταν ο Μπουμπά Πασσάς επήγαινε εις πολιορκίαν του Αλή Πασσά και όταν ο Μπουμπά πασσάς έφθασεν εις Ναύπακτον, επαρουσίασεν σύστασιν εις Δημάκην Χαντζήν, όστις ήτο Βελαετλής τότε οι κάτοικοι των δεκαεπτά χωρίων της Φθιώτιδος τα οποία ο Αλή πασσάς άρπαξε δια της βίας από τους κατοίκους και τους έκαμεν (αργοχολους;) παραποιετικους;[4] εις τον Μπουμπα πασσάν εις τον οποίον έστειλαν τα ταπία και τα Χουντζέτια, ο πασσάς τα άφησεν εις τους κατοίκους ιδιοκτήτας αυτών και μένουσιν έως σήμερον κεφαλοχώρια, τότε επερακάλεσα  και εγώ μ’ άλλους  συγχωριανούς μου Καλαμιώτας τον Δημάκη Χαντζή, δια να ενεργήση καθ’ όσον ήτον εις το χέρι του δια να ελευθερώση  και το χωρίον μας Καλαμάκι[4] δια να μείνη εις τους κατοίκους,  και ο Δημάκης Χαντζής μας είπεν τότε ότι τούτο δεν δύναται να γίνη διότι ο Αλή πασσάς το είχεν αγορασμένον από τον Χαλήλμπεην δεκατρία πουγγιά άσπρα με χουντζέτι, τότε ημείς είπαμε εις τον Δημάκη Χαντζή διατί οι κάτοικοι των χωρίων Τσούκας, Μπρούφλιανης, Σκόρλια, Λιτόσελου, Γαρδίκι, Κλωνί, και λοιπών είπες  ότι θα λάβουν οπίσω τα χωρία των δεν δικαιούμεθα; Ο δε Δημάκης 2. … «Μετά την εξέτασιν του ανωτέρω μάρτυρος προσήλθε ο μάρτυς ονομαζόμενος Αποστόλης Τσαγανός γεννηθείς εις Δερβέν Φούρκα και κατοικεί  ενταύθα ετών εβδομήκοντα, γεωργός και χριστιανός ορθόδοξος, τον Δημάκη Χαντζή έγνώριζεν, τους δε κληρονόμους  του δεν γνωρίζει, εξετασθείς δε επί του θέματος της υπ’ αριθ. 10679 ε. ε.  αποφάσεως του εν Αθήναις εφετών, κατέθεσεν ότι εγώ ήμουν υπηρέτης εις τον Δημάκην Χαντζήν εις Υπάτην, όταν ο Μπουμπά Πασσάς επήγαινε εις πολιορκίαν του Αλή Πασσά και όταν ο Μπουμπά πασσάς έφθασεν εις Ναύπακτον, επαρουσίασεν σύστασιν εις Δημάκην Χαντζήν, όστις ήτο Βελαετλής τότε οι κάτοικοι των δεκαεπτά χωρίων της Φθιώτιδος τα οποία ο Αλή πασσάς άρπαξε δια της βίας από τους κατοίκους και τους έκαμεν (αργοχολους;) παραποιετικους;[4] εις τον Μπουμπα πασσάν εις τον οποίον έστειλαν τα ταπία και τα Χουντζέτια, ο πασσάς τα άφησεν εις τους κατοίκους ιδιοκτήτας αυτών και μένουσιν έως σήμερον κεφαλοχώρια, τότε επερακάλεσα  και εγώ μ’ άλλους  συγχωριανούς μου Καλαμιώτας τον Δημάκη Χαντζή, δια να ενεργήση καθ’ όσον ήτον εις το χέρι του δια να ελευθερώση  και το χωρίον μας Καλαμάκι[4] δια να μείνη εις τους κατοίκους,  και ο Δημάκης Χαντζής μας είπεν τότε ότι τούτο δεν δύναται να γίνη διότι ο Αλή πασσάς το είχεν αγορασμένον από τον Χαλήλμπεην δεκατρία πουγγιά άσπρα με χουντζέτι, τότε ημείς είπαμε εις τον Δημάκη Χαντζή διατί οι κάτοικοι των χωρίων Τσούκας, Μπρούφλιανης, Σκόρλια, Λιτόσελου, Γαρδίκι, Κλωνί, και λοιπών είπες  ότι θα λάβουν οπίσω τα χωρία των δεν δικαιούμεθα; Ο δε Δημάκης Χαντζής μας είπεν ότι δια τα χωριά αυτά δεν έχει ο Αλή πασσάς χουντζέτια, ως έχει διά το χωριόν σας και τότε από τον ίδιον Δημάκην Χαντζήν ήκουσα ότι δεν ημπορούσε ν’αγοράση κανείς χωρίς χουντζέτι κατά τον Τουρκικόν Νόμον ο οποίος ίσχυε διά την Φθιώτιδα[4], και αν ο Δημάκης Χαντζής είχεν δικαίωμα κυριότητας  εις το λειβάδι, Μποξαΐς, ήτον εις το χέρι του να το λάβη, εγώ όμως δεν γνωρίζω μηδέ άκουσα ποτέ ότι το ειρημένο λειβάδιον ήτο του Δημάκη χαντζή και μήτε αυτός μήτε άλλος εν ονόματι αυτού επάτησεν εντός του λειβαδίου αυτού,….»

[5] Μάκρυση, Πλατύσρομο, Κούρνοβο λειβάδι  Λάλά Άγιο Σώστη κ.ά

[6]                                      Μπαξαΐς

[7]                                      δυσανάγνωστη

[8]                                      Υπόψιν ότι το Καλαμάκι δεν είναι η Δερβέν Φούρκα

[9]                                     δική μας η υπογράμμιση

[10] Για τα κτήματα της Γιαννιτσούς σε ένα έγγραφο-πίνακα, αναφέρεται ότι τα κτήματα της  καλλιεργούνται από τους Γιαννιτσώτες. Ενώ έχουμε συμβόλαια αγοραπωλησιών κτημάτων από το 1843 ΓΑΚ Λαμίας Γ. Δημητρίου τον οποίο και ευχαριστούμε.

[11] Μόνο μια προκήρυξη διαγωνισμού ενοικιάσεως συκαμινομωραίων υπάρχει μαζί με κτήματα του Πλατύστομου

[12]   Ο ίδιος είχε υποβάλλει και ατομική αίτηση εκχερσώσεως